ἔκθετος — sent out of the house masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
έκθετος — η, ο (AM ἔκθετος, ον) 1. (για βρέφος) αυτός που εγκαταλείφθηκε 2. το ουδ. ως ουσ. το έκθετο εγκαταλελειμμένο παιδί νεοελλ. 1. αυτός που αφέθηκε στην επίδραση εξωτερικού παράγοντα («ἐκθετος στον αέρα») 2. ανυπεράσπιστος («ο πρωθυπουργός άφησε… … Dictionary of Greek
έκθετος — η, ο 1. ο εκτεθειμένος, ο εγκαταλειμμένος, o απροστάτευτος. 2. το ουδ. ως ουσ., έκθετο (ενν. βρέφος), το βρέφος που εγκαταλείφθηκε από τους γονείς του … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἔκθετον — ἔκθετος sent out of the house masc/fem acc sg ἔκθετος sent out of the house neut nom/voc/acc sg ἐκτίθημι set out aor imperat act 2nd dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκθέτοις — ἔκθετος sent out of the house masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκθέτου — ἔκθετος sent out of the house masc/fem/neut gen sg ἐκθέτης balcony masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκθέτους — ἔκθετος sent out of the house masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκθέτων — ἔκθετος sent out of the house masc/fem/neut gen pl ἐκτίθημι set out aor imperat act 3rd dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκθέτῳ — ἔκθετος sent out of the house masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔκθετα — ἔκθετος sent out of the house neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔκθετοι — ἔκθετος sent out of the house masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)